Νέα σελίδα 3

      

Ταξιδεύοντας στο χρόνο  Με οδηγό στη γεύση Κάθε γεύση μια ιστορία Σαν της γιαγιάς τα παραμύθια Η γη της αφθονίας Editorial
 
 


Ενας κύκλος αένος
Κύκλος του Χρόνου
Γευστικές διαδρομές
 


 

Η δημοσίευση συνχρηματοδοτείται από τη ΕΕ, το Ε.Π ΕΠΑΑ-ΑΥ/ΟΠΑΑΧ του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης κι Τροφίμων και από ιδία συμμετοχή του Επιμελητηρίου

 
Κάθε γεύση μια ιστορία

Η γαστρονομική παράδοση μιας περιοχής, αναφέρεται στη σχέση που υπάρχει ανάμεσα  στην τοπική παραγωγή, στην ποικιλότητα της παραδοσιακής κουζίνας, τα ήθη, τα έθιμα και τις παραδόσεις της κοινωνίας, αποτελώντας έτσι αναπόσπαστο κομμάτι του πολιτισμού και της κουλτούρας της.

Η Λέσβος είναι ένα «ευλογημένο» νησί, αφού η πλουσιοπάροχη φύση του προσφέρει όλων των ειδών τα αγαθά στους κατοίκους, εξασφαλίζοντας έτσι μια αυτάρκεια στον διατροφικό τομέα. Η αφθονία της γεωργίας και της κτηνοτροφίας, τα νοστιμότατα αλιεύματα και βέβαια ο απέραντος ελαιώνας της,  μέσα από τη σκληρή δουλειά και το μεράκι των κατοίκων, μετατρέπονται σε γευσιγνωστικά αριστουργήματα, που οικοδομούν την τοπική διατροφική κουλτούρα. Οι Οθωμανοί ονόμαζαν το νησί το «περιβόλι της αυτοκρατορίας» επειδή παρήγαγε τα πάντα, ήταν αυτάρκες, είχε βαθιά παράδοση στην καλή ζωή, αναπτύσσοντας με αυτό τον τρόπο μια λεπτή, ξεχωριστή κουζίνα με ισορροπημένους συνδυασμούς γεύσεων και αρωμάτων.

Η τοπική παραγωγή, σε συνδυασμό με τις επιρροές που δέχτηκε το νησί από τους εκάστοτε κατακτητές, τις σχέσεις του με τα απέναντι παράλια και το κύμα των ελλήνων προσφύγων που εγκαταστάθηκαν μετά την Μικρασιατική καταστροφή και φυσικά από την άνθιση του εμπορίου στα τέλη του 19ου με αρχές του 20ου αιώνα, διαμόρφωσαν την ιδιαίτερη γευστική φυσιογνωμία του νησιού. Έτσι, οι κάτοικοι της Λέσβου έχτισαν μέσα στους αιώνες ένα ξεχωριστό, υγιεινό, ισορροπημένο και ιδιότυπο μοντέλο μαγειρικής, στο πλαίσιο αυτού που σήμερα προβάλλεται διεθνώς ως Μεσογειακή διατροφή.

Βασικά διατροφικά στοιχεία των Λεσβίων ήταν πάντα το λάδι, τα όσπρια, τα δημητριακά, τα λαχανικά, το ψάρι, ενώ κατανάλωναν και μεγάλη ποσότητα αλμυρών, όπως ψάρια παστά. Σπάνια χρησιμοποιούσαν κρέας, κυρίως στις μεγάλες γιορτές όπως τα Χριστούγεννα, οπότε συνήθιζαν να τρώνε χοιρινό και το Πάσχα αρνί. Τα προϊόντα που κατανάλωνε κάθε νοικοκυριό, ήταν συνήθως όλα δικής του παραγωγής, ενώ βάση της διατροφής τους αποτελούσε το ψωμί. Ζύμωναν μια φορά την εβδομάδα και ότι περίσσευε το έκαναν πάξες, δηλαδή παξιμάδια, που τα έτρωγαν συνήθως είτε σκέτα, είτε με λίγο τυρί ή ελιές, ενώ άλλες φορές βουτηγμένα στο λάδι ή πασπαλισμένα με ζάχαρη ή αλάτι ως κολατσιό, για να «κόψουν» την πείνα τους τα παιδιά και οι μεγάλοι ανάμεσα στα γεύματα.

Τα μπακάλικα ήταν παλαιότερα ένα είδος σε αφθονία, με κάποια από αυτά να πουλάνε και εκλεκτά προϊόντα της εποχής, όπως ήταν το «μπρικ» ένα είδος λαϊκής κατανάλωσης για την περίοδο εκείνη, που πουλιόταν όπως και ο ταραμάς, μέσα σε ξύλινο βαρελάκι, το αυγοτάραχο, τα παστά ψάρια, οι κολιοί, οι μαρίδες. Η φτωχολογιά περιοριζόταν στην «κουλιαρμούδα» την κόκκινη άρμη από τις παστές μαρίδες, που με λεμόνι και λάδι αποτελούσε το προσφάγι τους. Άλλα δημοφιλή μαγαζιά διατροφής ήταν τα γιαουρτάδικα, που σερβίριζαν γιαούρτι με ένα ολόπαχο καϊμάκι στο πιάτο, με μέλι και φρέσκο ψωμί. Υπήρχαν και πλανόδιοι γιαουρτάδες που γύριζαν στις γειτονιές πουλώντας το με την οκά, σε λεκάνες που ήταν κρεμασμένες από τους ώμους μέσα σε θήκες. Το γιαούρτι ήταν τόσο πηχτό που κοβόταν με τη σπάτουλα και το αγόραζες στο πιάτο. 

Την ίδια στιγμή βέβαια που τα ευρύτερα λαϊκά στρώματα απολάμμβαναν τα αγαθά  της  Λεσβιακής φύσης, στα μεγάλα αστικά σπίτια η διατροφή περιλάμβανε «και του πουλιού το γάλα, καθώς κατανάλωναν πλήθος εισαγόμενων προϊόντων απο την Δύση.  Οι διατροφικές αυτές διαφοροποιήσεις εξηγούνται με βάση τις μεγάλες εισοδηματικές αποκλίσεις που παρατηρούνταν παλαιότερα στο νησί, αλλά και στις δυτικές επιρροές που είχαν δεχτεί τα ανώτερα οικονομικά στρώματα λόγω της επέκτασης του εμπορίου προς την Δύση. Άλλη μια μορφή λοιπόν πολιτισμικών προσμίξεων συμπλήρωνε την περίοδο εκείνη το μωσαϊκό που διαμόρφωσε τη σύγχρονη γαστρονομία της Λέσβου.